- παραγναθίς
- παρα-γναθίς, ίδος, ἡ, Backenstück am Helm, das neben der Backe sitzt und sie schützt; ein herabhangendes Stück der Tiara
Wörterbuch altgriechisch-deutsch . 2010.
Wörterbuch altgriechisch-deutsch . 2010.
παραγναθίδας — παραγναθίς cheekpiece fem acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
παραγναθίδες — παραγναθίς cheekpiece fem nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
παραγναθίσι — παραγναθίς cheekpiece fem dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
παραγναθίσιν — παραγναθίς cheekpiece fem dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
παραγναθίδα — Τμήμα του κράνους που προστατεύει τις γνάθους. Με π., που ήταν χωριστά κομμάτια και προσαρμόζονταν με καρφιά στο υπόλοιπο κράνος, ήταν εφοδιασμένα τα δερμάτινα και τα μεταλλικά κράνη της ύστερης εποχής του χαλκού. Π. έφεραν και μερικά από τα… … Dictionary of Greek
παραγναθίδιος — α, ο / παραγναθίδιος, ον, ΝΜ [παραγναθις, ίδος] αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στις παραγναθίδες νεοελλ. το ουδ. ως ουσ. το παραγναθίδιο τμήμα τού χαλινού τών αλόγων το οποίο ανέρχεται από το άκρο τού στόματος μέχρι το πάνω τμήμα τής κεφαλής μσν.… … Dictionary of Greek